Κάθε φορά που ο Niall Ferguson κάνει μια μικρή εκδρομή στα χωράφια του δημόσιου λόγου οι δείκτες των ρολογιών οφείλουν να σταματούν και ο κόσμος να παίρνει μια συλλογική ανάσα γι’ αυτό που του μέλλει να αντικρύσει. Δεν είναι απλώς ότι η ευρυμάθειά του έχει συν τω χρόνω εξελιχθεί σε μια αδήριτη ανάγκη να φήνει τους πάντες να τρώνε τη σκόνη του σε κάθε νέο κείμενο ούτε και η απόλυτη εμπιστοσύνη στην ικανότητά του να διδάξει ιστορία τους πολιτικούς και πολιτική τους ιστορικούς. Είναι που η εντυπωσιοθηρία τείνει να εξελιχθεί σε αυτοσκοπό: κάθε σχόλιο, ακόμη κι αυτό που αφορά τον κοινότερο των τόπων, πρέπει να τον καταργεί για να τον αντικαθιστά με μια νέα έκλαμψη, δικής του έμπνευσης. Το τελευταίο κουνέλι που βγάζει, off the top of his hat, είναι η υποτίμηση του 1989 ως κομβικής χρονολογίας. Στη θέση του οφείλουμε να στήσουμε αδριάντα στο 1979, έτος εφαρμογής των μεταρρυθμίσεων του Deng Hsiaoping, ανάληψης της εξουσίας από τη Margaret Thatcher και επικράτησης της ισλαμικής επανάστασης. Ίσως πρόκειται για μια ηθελημένη επιστροφή στα ‘80s, μια και όντως το 1979 θεωρούνταν ένα είδος annus mirabilis, προτού το τέλος του ψυχρού πολέμου, η παρακμή της σοσιαλδημοκρατίας και το εναρκτήριο λάκτισμα ενός παγκόσμιου ρεύματος μετανάστευσης, στοιχείων δηλαδή που καθορίζουν εν πολλοίς την προβληματική της πολιτικής ατζέντας σήμερα, στηθούν στην αφετηρία για το δωδεκάμηνο των λεγόμενων «βελούδινων επαναστάσεων». Όσο άνετα όμως ο Ferguson επικαλείται κοσμογονικές ρήξεις και τομές άλλο τόσο εύκολα θα μπορούσε κανείς να αντιτάξει στις επιλογές του μια σειρά από αντιρρήσεις. Το κινεζικό οικονομικό θαύμα μένει να αποδείξει τόσο τη βιωσιμότητά του σε υψηλό ανταγωνιστικό επίπεδο (call me Japan) όσο και την κοινωνική του ευστάθεια – παρολίγον άλλωστε, ελέω Τιενανμέν, σήμερα ο Niall να έψαχνε για άλλο γεγονός ώστε να συμπληρώσει την τριλογία του. Η κληρονομιά της Thatcher είναι ουσιαστικά μόνο το όνομα της προσφιλούς στον Ferguson ιδεολογίας, μια και οι πρακτικές της είναι τόσο controversial ώστε ακόμη και ο David Cameron, με γύρω στις 15 μονάδες διαφορά από τον Gordon και πρωθυπουργός του χρόνου τέτοια εποχή, αποφεύγει όπως ο διάολος το λιβάνι να ταυτιστεί μαζί τους, έστω και ονομαστικά. Η ισλαμική επανάσταση που χρεώνει αποκλειστικά στον μωαμεθανικό κόσμο θα μπορούσε επίσης να ιδωθεί ως εκδήλωση μιας καταρχήν αντίδρασης στη δυτική νεωτερικότητα που πρεσβεύουν οι γενάρχες του ισλαμισμού (όπως ο Sayyid Qutb, ο οποίος γράφει με την εμπειρία της διαμονής του στην Αμερική), άρα σε μια κατά Peter Gay αντιδιαφωτιστική παράδοση ή κατά Zeev Sternhell «ανορθολογική νεωτερικότητα» – όχι πάντως στο pace Huntigton παπαρολόγημα περί σύγκρουσης πολιτισμών. Αυτό που σίγουρα αναδεικνύει για άλλη μια φορά, μάλλον άθελά του, ο Niall Ferguson, είναι το φετίχ των χρονολογιών: κοσμοϊστορικά γεγονότα μπορεί να εντοπίσει κανείς σε κάθε «9», να τα χρίσει με το λάδι ενός μεγάλου αφηγήματος και να τα σερβίρει εν είδει γαρνιτούρας στο κοινό που σε λίγο θα προετοιμάζεται για το 2012, έχοντας κρατήσει τις ανατριχίλες του από το 1999.
14 years ago
Θα κάνω το μαγικό μου κι εγώ: 1979-1989, ten years that shook the world. How about that? Θα συμφωνήσω μαζί του: "In essence, what happened [το 89] was that we belatedly saw through the gigantic fraud of Soviet superpower." Ήταν ένα χαρμόσυνο γεγονός, αλλά σήμερα, το 2009, μου φαίνεται κι εμένα ότι ο κόσμος κινείται στους δρόμους που χάραξε το 1979: The real trends of our time [are] the rise of China, the radicalization of Islam, and the rise and fall of market fundamentalism. Σε τριάντα χρόνια (2039) μπορεί να έχει αναδυθεί μια άλλη χρονιά ως εξαιρετικά σημαντική. Και στο κάτω-κάτω ο Niall ρωτάει περισσότερο παρά απαντάει: "Could it be that what happened 10 years earlier, in the annus mirabilis 1979, was the real historical turning point?" Ο τίτλος του άρθρου είναι ευθύνη των editors του Newsweek κι όχι δική του. Άλλωστε: "For it is only with the benefit of hindsight that the Bolshevik coup proved to be a major historical turning point; at the time, the Russian press represented it as just another extremist stunt." Το άρθρο άξιζε καλύτερης τύχης chez Rackasha.
ReplyDeleteΛοιπόν, δεν θα συμφωνήσουμε ποτέ για τον Niall. :) Ουσιαστικά η άποψή μου είναι ακριβώς ότι το παιχνίδι των χρονολογιών είναι αδιέξοδο: δεν πρόκειται για ιστορία αλλά για media fascination (στην οποία θεωρώ ότι ο Ferguson έχει ενδώσει). Και τα επιχειρήματά του είναι ανάλογα: το πόσο turning point ήταν η Ρωσική Επανάσταση, το πραξικόπημα των μπολσεβίκων, όπως θέλετε πείτε το, φάνηκε άμεσα, όταν σε τέσσερις μήνες συνθηκολόγησαν με τη Γερμανία στο Brest-Litovsk, κάτι που παραλίγο να κοστίσει στην Entente τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Αλλά βέβαια ο Ferguson υποστηρίζει ότι κακώς η Μεγάλη Βρετανία πολέμησε, θα διατηρούσε την αυτοκρατορία και η Ευρώπη απλώς θα είχε γίνει σαν την Ευρωπαϊκή Ένωση καμιά πενηνταριά χρόνια νωρίτερα. Το «could it be?» δεν είναι modesty, είναι ρητορική ερώτηση. Τέλος, ο τίτλος του άρθρου βαραίνει πάντα τον γράφοντα, κανείς δεν παραδίδει άτιτλο κείμενο και για να δημοσιευθεί κάτι έχει στη χειρότερη περίπτωση την ανοχή του συγγραφέα.
ReplyDelete