Thursday, December 28, 2006

[Aquamarine eyes]

Αν και ο ήχος μοιάζει να έρχεται κατευθείαν από το παρελθόν χωρίς ενδιάμεσες στάσεις το A Lady of a Certain Age των Divine Comedy υφίσταται ανάμεσά μας ως σύνολο συχνοτήτων μόλις από το περασμένο καλοκαίρι. Ένα τραγούδι αποχαιρετισμού από τα εστιατόρια και τα lobby των ξενοδοχείων του Hopper – ταιριαστό σε έτη, εικόνες, ανθρώπους, εποχές και σε μια certain age που αποτελεί τελικά περισσότερο διάθεση παρά ορίζεται ως μια συγκεκριμένη χρονική ηλικία…


Back in the day you had been part of the smart set
You'd holidayed with kings, dined out with starlets
From London to New York, Cap Ferrat to Capri
In perfume by Chanel and clothes by Givenchy
You sipped camparis with David and Peter
At Noel's parties by Lake Geneva
Scaling the dizzy heights of high society
Armed only with a cheque-book and a family tree
You chased the sun around the Cote d'Azur
Until the light of youth became obscured
And left you on your own and in the shade
An English lady of a certain age
And if a nice young man would buy you a drink
You'd say with a conspiratorial wink
"You wouldn't think that I was seventy"
And he'd say,"no, you couldn't be!"
You had to marry someone very very rich
So that you might be kept in the style to which
You had all of your life been accustomed to
But that the socialists had taxed away from you
You gave him children, a girl and a boy
To keep your sanity a nanny was employed
And when the time came they were sent away
Well that was simply what you did in those days

You chased the sun around the Cote d'Azur
Until the light of youth became obscured
And left you on your own and in the shade
An English lady of a certain age
And if a nice young man would buy you a drink
You'd say with a conspiratorial wink
"You wouldn't think that I was sixty three"
And he'd say,"no, you couldn't be!
Your son's in stocks and bonds and lives back in Surrey
Flies down once in a while and leaves in a hurry
Your daughter never finished her finishing school
Married a strange young man of whom you don't approve
Your husband's hollow heart gave out one Christmas Day
He left the villa to his mistress in Marseilles
And so you come here to escape your little flat
Hoping someone will fill your glass and let you chat about how

You chased the sun around the Cote d'Azur
Until the light of youth became obscured
And left you all alone and in the shade
An English lady of a certain age
And if a nice young man would buy you a drink
You'd say with a conspiratorial wink
"You wouldn't think that I was fifty three"
And he'd say,"no, you couldn't be!

Friday, December 15, 2006

St Elsewhere

Το κουβάρι της ιδεολογίας κάνει συχνά ωραίους κόμπους γύρω από τους οποίους μαζεύονται άνθρωποι και εποχές. Σε τέτοια σημεία πύκνωσης είθισται να λύνονται διαφορές για ζητήματα αρχών όπως το πρωτείο αυτοκράτορα ή πάπα, εικονομαχία ή εικονολατρία, αβασίλευτη ή βασιλευόμενη δημοκρατία. Η δυναμική που αναπτύσσεται σε ένα τέτοιο συγκρουσιακό πλαίσιο έχει συχνά ως αποτέλεσμα οι αντίπαλοι να δανείζονται και να υιοθετούν θέσεις, πρακτικές, συνθήματα και σύμβολα της αντίπερα όχθης προσαρμόζοντάς τα στα δικά τους δεδομένα. Στον Αμερικανικό Εμφύλιο, για παράδειγμα, το δημοφιλές κομμάτι Battle Cry of Freedom του Βόρειου συνθέτη George F. Root άρεσε τόσο πολύ στους Νότιους, ώστε ο H.L. Schreiner και ο W.H. Barnes ανέλαβαν το πατριωτικό καθήκον να το μεταγράψουν στα της Συνομοσπονδίας για να ακούγεται και από τις δύο πλευρές των χαρακωμάτων – με διαφορετικούς στίχους. Οι προτεστάντες του 16ου αιώνα βρήκαν την ευκαιρία να ρίξουν στην αγορά γκραβούρες με τον «Άγιο» Λούθηρο να κυκλοφορεί με φωτοστέφανο: ιδού ο αληθινός άγιος, αγύρτες παπιστές, σκυλιάστε τώρα με εκείνον που αγαπάτε να μισείτε. Με τον Άγιο Τρότσκι να σκοτώνει τον δράκοντα της αντεπανάστασης (ωραίο το ημίψηλό μου;) τέλος, εκτός του ότι κατά πάσα πιθανότητα θα ερχόταν ταμπλάς σε κάθε λευκό τσαρόφιλο από τα Ουράλια ως το Ιρκούτσκ, οι μπολσεβίκοι έκλειναν το μάτι στον ελληνορθόδοξο χωρικό που τους είχε πάρει από φόβο ως άθεους, εθνοπροδότες και πράκτορες των Γερμανών. Άι-Γιώργ'ς είν' τούτο Ξένια Ιβάνοβνα; Ξέρω' γω Σεργκέι Βασίλιεβιτς, κομματάκι ζαγάρ' μου φαίνεται...

Sunday, December 10, 2006

Enola Gay


Μια από τις πρώτες μου ομιχλώδεις μνήμες είναι να ακούω κάπου στο ραδιόφωνο και να εγγράφω στο υποσυνείδητό μου για μελλοντική χρήση το μικρό electro διαμάντι του τίτλου, ήμασταν ακόμη μερικά χρόνια από τη διαδεδομένη ευκολία του κασετοφώνου και πολύ μακριά από τον άκρατο φιλελευθερισμό του Internet – δόξα να ‘χει ο Napster που άνοιξε το δρόμο. Πέρασαν, εννοείται, χρόνια για να αναρωτηθώ πώς ο κόσμος μπορούσε να χορεύει με μια ιστορία πυρηνικού ολέθρου για την οποία μάλιστα οι OMD περισσότερο αφήνουν να εννοηθεί παρά ξεκαθαρίζουν που στέκονται. Τουλάχιστον το άλλο εμβληματικό synth της δεκαετίας ήταν πολύ πιο straightforward, μιλούσε για μοντέλες που το παίζουν δύσκολες.

Tuesday, November 14, 2006

Powers that be

Following on the footsteps of Sraosha's Families...
Η ευκολία απελευθερώνει. Ιδού ο Michael Burleigh, αγγλοσαξωνικός αστήρ, ποτισμένος τα νάματα της ιστορίας και επαινεθείς το 2000 για το Τhe Third Reich: Α New History , στο οποίο επιλέγει να δει το ναζισμό όχι από την άποψη της ιδεολογίας αλλά ως μια «πολιτική θρησκεία». Η ανάσταση της παλιάς αυτής μεθοδολογικής οπτικής του προσφέρει τη φώτιση για να γράψει το 2005 το Earthly Powers, μια πολύ ενδιαφέρουσα μελέτη για την ασταθή πορεία της εκκοσμίκευσης τον 18ο και 19ο αιώνα – αν και σε μεγάλο μέρος του το μήνυμα που λαμβάνει ο αναγνώστης είναι «τι ωραία που θα ήταν σήμερα αν δεν είχαν μεσολαβήσει η Γαλλική Επανάσταση και άλλες παρόμοιες αηδίες, ενδεχομένως να είχε μεταρρυθμιστεί η εκκλησία και λοιπές ζάχαρες». Βέβαια, 200 χρόνια αγγλοσαξωνικής αναγούλας κατά της επανάστασης δεν εξαφανίζονται έτσι απλά: ο ευφημισμός ‘cargo’ του Ορεινού Carrier για τα θύματα των πραγματικά φρικτών noyades (μαζικοί πνιγμοί υποτιθέμενων ή μη αντεπαναστατών στον ποταμό Λίγηρα της Λυών) αποτελεί «προπομπό της εποχής του Hitler και του Stalin». O Burleigh πολύ θα ήθελε προφανώς να κάνει μια ευθεία σύγκριση μεταξύ των εγκλημάτων του ναζισμού, του κομμουνισμού και της Γαλλικής Επανάστασης, αλλά δεν τολμά, για διάφορους λόγους, ένας εκ των οποίων είναι η παντελής έλλειψη οποιασδήποτε σχέσης σε υπόβαθρο, σύλληψη, σχεδιασμό και εκτέλεση μεταξύ των σφαγών του 18ου αιώνα και των στρατοπέδων θανάτου του 20ού. Αν ωστόσο οι προσχηματικές ονομασίες πράξεων καθιστούν κάποιον ναζιστή από μόνες τους έχω να υποδείξω στον κύριο Burleigh τους πραγματικούς πρωταίτιους: τους Κερκυραίους του 5ου αιώνα π.Χ. που, όπως παραδίδει ο Θουκυδίδης, στον εμφύλιό τους πόλεμο την ειωθυίαν των ονομάτων αξίωσιν τα έργα αντήλλαξαν τη δικαιώσει, ονομάζοντας τη σωφροσύνη πρόφαση της ανανδρίας, τη σύνεση αδράνεια – και τον πρωινό χαιρετισμό Sieg Heil, προφανώς…

Thursday, November 9, 2006

Oh, say...

Μικρές επισημάνσεις για πρώιμους πανηγυριστές

1. Η κληρονομιά του κυρίου “I’m a uniter, not a divider” άρχισε ήδη να του γδέρνει τις πόρτες.

2. Όσοι χάλασαν την Τρίτη την εξαετή γιορτή των ρεπουμπλικανών σε περιοχές όπου δεν έπρεπε ακούγονται τόσο ρεπουμπλικανοί οι ίδιοι που το μόνο που τους διακρίνει από τους αντιπάλους τους είναι το καρτελάκι στο πέτο. Η έδρα που κρίνει την πλειοψηφία στη Γερουσία για 7.500 ψήφους (Florida έδωσες, Virginia θα λάβεις…) κερδίζεται από την πλευρά των Δημοκρατικών από έναν πρώην αξιωματούχο της κυβέρνησης Reagan…

3. Κι ένα πρόβλημα που δεν φαίνεται ίσως με την πρώτη ματιά είναι ότι μετά από πολλές δεκαετίες και παρά την κοπτοραπτική στην οποία κατά καιρούς έχουν επιδοθεί τα δύο βασικά κόμματα της αμερικανικής πολιτικής σκηνής έχουν εν πολλοίς μετατραπεί σε περιφερειακούς πολιτικούς οργανισμούς που δυσκολεύονται να διεκδικήσουν επιρροή σε εθνικό επίπεδο: ο νότος είναι σχεδόν ολοκληρωτικά ρεπουμπλικανικός και οι μεσοδυτικές πολιτείες μάλλον απρόσιτες στους δημοκρατικούς. Από την άλλη πλευρά οι χθεσινές νίκες των τελευταίων στα βορειοανατολικά εξορίζουν τους αντιπάλους τους από την ανατολική ακτή και με την Καλιφόρνια να ψηφίζει απαρέγκλιτα δημοκρατικούς στις σοβαρές εκλογές και οι δύο ακτές βρίσκονται στο ίδιο στρατόπεδο. Για να βρούμε μια τόσο ξεκάθαρη γεωγραφική πόλωση θα χρειαστεί να γυρίσουμε πίσω στην προεμφυλιακή περίοδο όπου η οροθετική γραμμή Mason-Dixon έκοβε στα δύο και τα όρια της εκλογικής επιρροής Δημοκρατικών – Ουίγων/Ρεπουμπλικάνων. Και η ειρωνεία της ιστορίας είναι βέβαια ότι τότε ο άξονας liberal/conservative ήταν ανάποδα…

Wednesday, November 8, 2006

Ø


[Το καλοκαίρι ο Robert Fisk ήταν στο Λίβανο. Ένα από τα περαστικά εκείνα σχόλια που σου καρφώνονται εξαιτίας της ικανότητάς τους να μεταφέρουν την πραγματικότητα του πολέμου μέσα στην καθημερινότητα της ζωής σου έλεγε για τις σπιτικές γάτες που είχαν επιζήσει των ιδιοκτητών τους και περιπλανιόνταν νιαουρίζοντας ικετευτικά στα χαλάσματα.]

Δύσκολο να είσαι γάτος. Έχεις γύρω σου ανθρώπους. Που κάνουν πολέμους. Που δεκάρα δεν δίνουν για το αν η υψηλότερη φιλοδοξία στη σύντομη ζωή σου είναι μια γωνιά σε κάποια πλακάκια για να λιάζεσαι το χειμώνα. Που στήνουν παγίδες με καρφιά. Ένας χρόνος και έντεκα μήνες και πολλοί σου είναι. Κι εμείς δεν είμαστε καλύτεροι, φτηνά θα τη βγάλουμε. Με μια φωτογραφία και μια ανάμνηση.

Wednesday, October 25, 2006

Heroic Minister

Victorian τσόντα...
Δύο αφορμές είχα να θυμηθώ τον Grand Old Man των Liberals (πέρα από τις πρόσφατες δημοτικές εκλογές, όπου ο Ψωμιάδης θα τα έβρισκε σκούρα μαζί του...) – μια αποστροφή του Sraosha περί βικτωριανισμού και την Τριλογία του Βαρτιμαίου του Jonathan Stroud, όπου ο αθεόφοβος αναποδογυρίζει τον Gladstone και τον καθιστά μάγο-ιδρυτή της Βρετανικής Αυτοκρατορίας. Αν υπήρξε ποτέ βρετανός πολιτικός larger than life αυτός, κατά την ταπεινή μου γνώμη, δεν ήταν ο μάλλον ξιπασμένος καιροσκόπος Winston Churchill, που έκανε τη διαδρομή Συντηρητικών – Φιλελευθέρων λεωφορείο, αλλά ο Γέρος που αλλαξοπίστησε μια και καλή και σφυρηλάτησε μόνος του μια ολόκληρη παράταξη – για να την καταστρέψει αργότερα. Ρήτορας, αλαζόνας, αδιάφθορος, στρατηγικός νους, κυβερνήτης των Επτανήσων για ένα φεγγάρι, μελετητής του Ομήρου, νυκτοβάτης που κήρυσσε στις πόρνες την επιστροφή στον ορθό δρόμο, συνεπής λαϊκιστής εκτός εξουσίας και παράτολμος ηγέτης που επιζητούσε να πηγαίνει κόντρα στο ρεύμα και να φέρνει την κοινή γνώμη στα νερά του όταν κυβερνούσε, ο Gladstone ήταν αυτό που θα ήθελε να είχε γίνει ο Ανδρέας Παπανδρέου. Ο ηγέτης του αστικότερου των κομμάτων αποστρεφόταν παθολογικά τις ιμπεριαλιστικές περιπέτειες (αν και επί των ημερών του η Βρετανία εγκαταστάθηκε στην Αίγυπτο), χώρισε την εκκλησία της Ιρλανδίας από το κράτος, διεύρυνε το εκλογικό σώμα και ναυάγησε στην ξέρα της αυτονομίας της Ιρλανδίας – έμπνευσης που αναστάτωσε την αγγλική κοινωνία και δίχασε το κόμμα του αφήνοντάς το για 10 χρόνια στην αντιπολίτευση πριν την τελευταία αναλαμπή. Κόλλησε στην εξουσία σαν στρείδι ως τα βαθιά γεράματα, σχημάτισε την τελευταία του κυβέρνηση σε ηλικία 83 ετών και την παράτησε στα 85 με το ζόρι, όταν το σωτηριολογικό πρόσχημα του ιρλανδικού ζητήματος δεν μπορούσε να κρύψει πια τη φυσική αδυναμία του. Αρχετυπικός βικτωριανός, τον οποίο απεχθανόταν η Βικτώρια, πιστός στη διακυβέρνηση από το λαό αλλά χάριν της προσωπικής προβολής, αρχομανής αλλά με πρόγραμμα, οραματιστής αλλά όχι ρεαλιστής, ταγμένος στη θεία πρόνοια αλλά όταν συμφωνούσε με τις απόψεις του, ο William Ewart Gladstone υπήρξε ένας «ηρωϊκός υπουργός» – κι ένα «επιβίωμα» από τη δεκαετία του 1840 που επηρέασε τη βρετανική πολιτική σκηνή για μισό αιώνα. Το ότι απέτυχε να αλλάξει τη ροή των πραγμάτων και να παρακάμψει εμφυλίους, Μπέλφαστ και IRA δεν αποτελεί παρά υπενθύμιση της συμβολής των μεγάλων ανδρών στην ιστορία: “The lone and level sands stretch far away”…

Saturday, October 7, 2006

Ain't that close to love?


Συχνά ακούς ένα κομμάτι του David Bowie και νομίζεις ότι βρίσκεσαι κάπου μέσα σε βιβλίο του Douglas Adams, συγκεκριμένα στη Ζωή, το Σύμπαν και τα Πάντα, στο περιπλανώμενο ιπτάμενο κτίριο όπου εκτυλίσσεται ένα πάρτυ που δεν τελειώνει ποτέ. Ξαφνικά πίσω από τα σαξόφωνα, τα σύνθια, τα χορικά και τις κιθαριές, ανάλογα με την περίοδο, ανακαλύπτεις ότι τρέχουν ιστορίες πολύ λίγο αισιόδοξες και καθόλου συμβατές με την τρελή χαρά (ή την επική διάθεση) που επικρατεί στην επιφάνεια της μουσικής. Είσαι σε ένα μέλλον όπου διαμαντένιοι σκύλοι ελλοχεύουν πίσω από τα δέντρα, σε μια ακαθόριστη εποχή όπου ο Ziggy έπαιζε κιθάρα προτού τον σκοτώσουν οι οπαδοί του, στους μοντέρνους καιρούς όπου δεν υπάρχει ίχνος ζωής και δεν πιστεύουν στη σύγχρονη αγάπη. Είναι αμφίβολο πόσο θα σου άρεσε να περάσεις όλη σου τη ζωή σε ένα μπλε δωμάτιο περιμένοντας να σου χαρίσουν όραση και ακοή. Κι ένα από τα πιο τυπικά και θλιβερά boy meets girl στόρι που ακούσες ποτέ παίζεται πίσω από τη «λευκή πλαστική σόουλ» του Young Americans, τόσο πίσω που ενδέχεται να μην το αντιληφθείς αν αρκείσαι σε ό,τι πιάνει το αυτί σου και βαριέσαι να διαβάζεις στίχους – και παρ’ όλα αυτά δεν είναι αρκετό, ain’t there one damn song that can make him break down and cry.

Monday, September 25, 2006

Walking Contradiction

Η ιστορία της «διαπλοκής», τόσο σε επίπεδο πολιτικής πράξης όσο και σε επίπεδο συνθηματολογίας είναι μεγάλη και σίγουρη. Ως εκ τούτου βρήκα πολύ ενδιαφέρον ένα συγκεκριμένο στοιχείο από την σχετικά πρόσφατη δημοσκόπηση (two weeks back) της Κυριακάτικης Ελευθεροτυπίας: την απάντηση στο ερώτημα «που, κατά τη γνώμη των πολιτών του δείγματος, οφείλεται η διαφθορά». (Drumroll): 54% υποστηρίζει και αποδέχεται ότι είναι αποτέλεσμα της «νοοτροπίας του Έλληνα». Έστω και με τη δέσμευση των multiple choice απαντήσεων που προσφέρει ένα γκάλοπ η πρόταση είναι δηλωτική συγκεριμένου τρόπου σκέψης – ο οποίος τυγχάνει να αντιφάσκει με όλα σχεδόν τα υπόλοιπα ευρήματα της έρευνας, μια και υποσκάπτει την ίδια τη λογική των συμμετεχόντων («αλί και τρισαλί, ποιος θα μας γλυτώσει από τα κακά και άθλια κόμματα»). Γιατί, αν η διαφθορά και η διαπλοκή ή όπως αλλιώς θέλετε να ονομάσουμε το συγκεκριμένο νεφελώδες (από άποψης ορισμού στα μίντιά μας) φαινόμενο, είναι αποτέλεσμα της ελληνικής «νοοτροπίας», μετά των φαντασμάτων της «διχόνοιας της φυλής» και του «ξενικού δακτύλου» ομού ενδεχομένως, τότε υπεύθυνα δεν είναι σε καμία περίπτωση τα πολιτικά κόμματα, αλλά εσείς, εγώ, αυτοί, και κυρίως οι μετέχοντες στην έρευνα. Κάτι που φυσικά δεν αντιλαμβάνονται – ή ίσως θεωρούν ότι στριμώχνονται όλοι στο άλλο 46% που πιστώνει το φαινόμενο σε διαφορετικές αιτίες. Αίσθησή μου είναι ότι, όπως πάνω κάτω και τα «φρουτάκια», η διαφθορά δεν έρχεται να σε βρει και να σου συστηθεί, την επιδιώκεις ο ίδιος, ή, έστω, εξαναγκάζεσαι να την αναζητήσεις. Κι αυτό δεν είναι θέμα νοτροπίας, αλλά ζήτημα προσωπικής αντίδρασης στο πλαίσιο της (κακής, προφανώς) λειτουργίας κοινών συλλογικών θεσμών – με άλλα λόγια, κοινωνικό φαινόμενο. Σε μια κοινωνία βέβαια όπου κατά τα άλλα το 61% φέρεται να δηλώνει ότι ούτε οι ίδιοι ούτε κάποιος γνωστός τους έχουν προσωπική εμπειρία δωροδοκίας...

Saturday, August 26, 2006

Tame Animals

Κάποια στιγμή στη διάρκεια των διακοπών είθισται τα βιβλία να τελειώνουν. Είναι μια από τις προβληματικότερες στιγμές της εν λόγω διαδικασίας γιατί είσαι νομοτελειακά υποχρεωμένος να πάρεις το καπελάκι σου και να βγεις προς άγραν έντυπου υλικού σε κάποιο χώρο που δεν είναι η βάση σου. Και είναι από τις προβληματικότερες στιγμές γιατί η ψυχική σου ηρεμία βρίσκεται πια κατά πάσα πιθανότητα στο έλεος ενός άδετου φυλλαδίου.

Το τεύχος του Newsweek που έπεσε στα χέρια μου πριν από μια-δυο βδομάδες δεν έδειξε κανένα έλεος. Είχε τον τρόμο ζωγραφισμένο στο εξώφυλλό του και μια εκτεταμένη ανάλυση της γνώσης που έβαλαν ή δεν έβαλαν στις ΗΠΑ για την τρομοκρατία πέντε χρόνια μετά, ελάχιστα ψήγματα της σοφίας της οποίας παραθέτω παρακάτω:
  • "From imperial days, the Brits have long experience operating in the casbahs and souks" - μετάφραση: "Είμαι από την Κρήτη και ξέρω από καλό λάδι..."
  • "It is a myth of course that the British intelligence services operate with the cool smoothness of James Bond” – με άλλα λόγια έχουν κόψει τα κουνημένα και τα πίνουν χτυπημένα.
  • “Their [έλα τώρα που δεν ξέρεις ποιοι είναι οι they] ideology may date from the 7th century but the jihadists are eager to get control of 21st century weapons of mass destruction” – αν είχαν δηλαδή καμιά πιο φρέσκια ιδεολογία και ήταν, ξέρω ‘γω, παλαιοημερολογίτες, ο αρθρογράφος θα τους χορηγούσε WMD με τη σέσουλα;


Μετά την 11η Σεπτεμβρίου ο τύπος στις Ηνωμένες Πολιτείες έκανε τον δικό του ιστορικό συμβιβασμό απεμπολώντας τον ελεγκτικό του χαρακτήρα για χάρη της εθνικής ασφάλειας και ενστερνιζόμενος τις πρακτικές της αυτολογοκρισίας και των «εμφυτευμένων» (embedded) ρεπόρτερ. Ο μήνας του μέλιτος διεκόπη απότομα από το Abu Ghraib και από το 2004 και εντεύθεν κάποιοι επιχειρούν να ακολουθήσουν τον βετεράνο Seymour Hersh (του οποίου τα Annals of National Security κάθε μήνα στον New Yorker αποτελούν μια εντυπωσιακή καταγραφή των εσωτερικών μηχανισμών και διεργασιών της κυβέρνησης Bush) στη διεκδίκηση της χαμένης τιμής της αμερικανικής δημοσιογραφίας και του δικαιώματος σε άλλη τροφή από το κουτόχορτο. Οι παραπάνω ατάκες του Evan Thomas (Τhe New Age of Terror, 14/08/06) δείχνουν τι συμβαίνει όταν ο «εξημερωμένος τύπος» δυσκολεύεται να βρει πίτουρα έξω απ’ το κοτέτσι...


Monday, August 7, 2006

Divine Comedy

Η Γηραιά Αλβιών είναι ένας τόπος που ή τον αγαπάς ή τον παρατάς. Έχει του Αβραάμ και του Ισαάκ τα αγαθά (Waterstones, Borders, γκρουπάκια, φαγητά από όλες τις φυλές του κόσμου, σαράντα pub σε απόσταση βολής, αγγλιδούλες σε διάφορες ποικιλίες) και τα επτά κακά της μοίρας της (βροχή που έχει εξασφαλίσει μονιμότητα στο δημόσιο, τη δυναστεία του Ανόβερου, τη Manchester United, άγγλους που πίνουν με τη μάνικα). Έχει και μια επαμφοτερίζουσα αντίληψη της ιστορίας της, η οποία πότε οδηγεί σε ανέκδοτα όπως η splendid isolation και η «ειδική σχέση» με τις ΗΠΑ και πότε οδηγεί στον Blackadder.

Η ιστορική προσέγγιση που υποδηλώνεται με το επίτευγμα, κατ’ εμέ, των Ben Elton και Rowan Atkinson υποδεικνύει χιούμορ, διάθεση αποδοχής του γεγονότος ότι δεν υπάρχουν ιερά και απαραβίαστα στην ιστορία και παντελή έλλειψη κολλήματος. Από τις σελίδες του σεναρίου των 24 επεισοδίων του περνούν και σατιρίζονται ανελέητα η μοναρχία (“Take a look at this Blackadder – I'm sure you know it. 'King and Country'. – Ah yes... without doubt my favourite magazine. Soft, strong... and thoroughly absorbent”), η πολιτική διαφθορά (ο υποψήφιος εκείνου του rotten borough που “was accidentally brutally stabbed to death while shaving”), η βρετανική αυτοκρατορία (“Well, you see, George, I did like it, back in the old days when the prerequisite of a British campaign was that the enemy should under no circumstances carry guns – even spears made us think twice. Τhe kind of people we liked to fight were two feet tall and armed with dry grass”). Ακόμα κι αν δεχθούμε ότι δεν θίγονται πρόσωπα και καταστάσεις του παρόντος παραμένει το γεγονός μιας ολότελα ασεβούς προσέγγισης τέτοιων ορόσημων της αγγλικής ιστορίας όπως η βασιλεία της Ελισάβετ Α΄, οι επικίνδυνες σχέσεις προτεσταντών – καθολικών, η διαχρονική ταξικότητα της αγγλικής κοινωνίας, η τραυματική εμπειρία των χαρακωμάτων στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Κι αν κάποιος θεωρήσει ότι είναι απλό να αστειευθεί κανείς με το παρελθόν του χωρίς να επιδεικνύει συμπλέγματα κατωτερότητας, ας σκεφθεί πόσο εύκολη θα ήταν στα καθ’ ημάς η αποδοχή μιας σειράς στο ύφος του Λούφα και Παραλλαγή (του original, ε;) που θα εκτυλισσόταν σε έναν πιο ευαίσθητο χώρο και εποχή, π.χ. στη Μακεδονία του Μακεδονικού Αγώνα...

Κυνικός, δηκτικός, σαρκαστικός και αθεράπευτα εγωπαθής, ο Blackadder μπορεί να είναι δηλητηριώδης αλλά δεν εμπαίζει το κοινό και δείχνει την ευαισθησία του ως σειρά εκεί ακριβώς όπου απαιτείται: στο τελευταίο επεισόδιο του τέταρτου κύκλου όπου ο Blackadder Goes Forth και παρά τις αλήστου μνήμης πανουργίες του αυτή τη φορά δεν υπάρχει «δεύρο έξω» για τον Λάζαρο όταν η σφυρίχτρα της επίθεσης σημαίνει την ώρα να ανέβουν over the top στα πρώην λιβάδια της Φλάνδρας...

Thursday, August 3, 2006

Cat People


Η Ναστάζια, ανηψιά του Rakasha, ήταν μια διστακτική ντεμπιτάντ μέχρι που γνώρισε τις χαρές της αυλής...

Wednesday, July 26, 2006

Gonna start a revolution from my bed (cos the brains you said I had went to my head)…

Η επανάσταση άρχισε νωρίς, αν σκεφτεί κανείς ότι οι νομαρχιακές εκλογές διαξάγονται τον Οκτώβριο. Τουλάχιστον αυτό κατάλαβα εγώ από το χάπενινγκ (η διαδικασία του να πίνεις χάπι) όπου ο υποψήφιος υπερνομάρχης (τύφλα να 'χει ο supernova) Αττικής κατακεραύνωσε τους επιχειρηματίες εκείνους που «μετά το κράτος που με τη φορολογία βάζει βαθιά το χέρι στην τσέπη του εργαζόμενου» έρχονται να του στερήσουν την ελεύθερη πρόσβαση στις (οργανωμένες) παραλίες. Το εξωτικό και εξωλογικό στοιχείο έκδηλο σε μια πρόταση όπου ιδιώτες, παραλίες, φορολογία, κράτος και τσέπες γίνονται το πολιτικό αντίστοιχο του αχταρμά. Προσωπικά, δεν περιμένω από την αριστερά ή τη δεξιά να οργανώσει θερινό ρουσφέτι και να με βάλει τζάμπα στην πλαζ (δελεάζομαι από dvd κι επάνω, κανονίστε...) Κι αυτή η ιστορία με τα θεματολογικά καθαγιασμένα «μπάνια του λαού» ως ευκαιρία υποτιθέμενης υδατικής αναταραχής την ίδια στιγμή που πιο ζόρικα και επικίνδυνα θέματα τόσο από πλευράς δημόσιας υγείας όσο και πολιτικού κόστους –call me χωματερή– ξύνονται ράθυμα εκεί έξω σαν την αλήθεια του Fox Mulder ακούγεται αν μη τι άλλο σαν ξεπερασμένος ήχος. Σαν τους Oasis ένα πράγμα...

Tuesday, July 4, 2006

Rain Dogs

Ξυπνάω με overcast. Στην πορεία μετατρέπεται σε εκείνη τη μορφή ψιχάλας που ανήκει στην κατηγορία drizzle, νομίζω. Αν στον καταραμένο τόπο το Μάη μήνα βρέχει διερωτώμαι τι έχει να πει ο συνήθης θυμόσοφος λαός για τα γεωγραφικά πλάτη όπου το ίδιο συμβαίνει αρχές Ιουλίου. Μανιοκαταθλιπτικός Nick Cave με συνοδεύει στο κέντρο, έπειτα αναλαμβάνει ο Tom Waits. Cookies συνοδεύουν τον καφέ. Έχω αυτή την αίσθηση ότι κάτι δεν είναι στη θέση του. Κάτι λείπει για να πειστώ ότι διακτινίστηκα ξαφνικά στα βόρεια γεωγραφικά πλάτη. Είναι η μυρωδιά: νοτισμένο γρασίδι, απορρυπαντικό από τα laundries, ινδικό από κάποια κουζίνα, η παράξενη βραδινή χημική οσμή που λέγεται ότι προέρχεται από ζυθοποιίες. Εδώ επικρατούν άλλες ιστορίες. Θαλασσινός νοτιάς. Και μια ιδέα καυσαέριο.

Thursday, June 22, 2006

Dinosaur Jr.

Ο Sraosha μου θύμισε με το σχόλιό του στο αποκάτω post έναν ξεχασμένο όρο, θαμμένο βαθιά στον καιρό της λάσπης, το έλος με τους Κέρμιτ της μνήμης που αποτελεί η δεκαετία του ’80. Η «δεινοσαυρίαση» των ‘80s αποτελεί, κατά την άποψή μου, χαρακτηριστικό παράδειγμα του πώς ο δημοσιογραφικός (αλλά και ο δημόσιος εν γένει) λόγος διέπεται από κανόνες, νόρμες - και μόδες. Ρίπτοντας ξαφνικά ένα βλέμμα στην υπόλοιπη Δύση, η οποία μόλις έβγαινε από μια φάση προϊούσας γεροντοκρατίας, απόλυτα ταιριαστής με την ακινησία του ψυχρού πολέμου, έγκριτοι αναλυτές και πολιτικοί συντάκτες χρησιμοποίησαν τον όρο «δεινόσαυροι» για να περιγράψουν μια πολιτική τάξη που η δικτατορία των συνταγματαρχών της είχε στερήσει την κανονική της σειρά στην πορεία των κοινοβουλευτικών εξελίξεων και η οποία έπαιρνε καθυστερημένα πανηγυρική ρεβάνς από το χρόνο. Κοινωνικά, η «δεινοσαυρίαση» μάλλον έδειχνε προς την πλευρά των «νέων ανθρώπων» και κάλυπτε την επιθυμία μιας νέας μεσαίας τάξης, εκείνης των θηλαστικών που οι μεγάλες σαύρες είχαν εκθρέψει στη σαβάνα της μεταπολίτευσης, να απογαλακτιστεί από όσους την είχαν αναδείξει. Η έννοια δουλεύτηκε παράλληλα με το «τέλος της Μεταπολίτευσης», κομήτη ολοένα ερχόμενου που θα εξαφάνιζε υποτίθεται τους δεινόσαυρους, και που σαν το γνωστό λύκο εξαγγέλθηκε δυο-τρεις φορές πριν επέλθει οριστικά (πρόπερσι με είκοσι χρόνια απόκλιση από τις έγκυρες προβλέψεις), και γαρνιρίστικε με τους «σαραντάρηδες», πρόσκαιρο ευφυολόγημα που φιλοδοξούσε να καταστήσει πολιτικό κεφάλαιο την ηλικία του Αντώνη Σαμαρά – αμφότερα (ηλικία και Αντώνης) αποδείχθηκαν αέρας κοπανιστός. Για όσους θυμούνται, ο όρος τελικά ψόφησε κάπου το 1995, πριν ακόμα και από την Πολιτική Άνοιξη, δηλαδή – ανέτελλε ήδη ο αντικαταστάτης, η στιγμή του «εκσυγχρονισμού»…

* Η αντίστοιχη, και διδακτικότερη ίσως, μουσική κουβέντα, έλαβε τέλος με την έλευση του grunge, οπότε όλοι οι νεοπάνκ σωτήρες του Seattle δήλωσαν οπαδοί του φερόμενου ως πτεροδάκτυλου Bowie – που μετά έβγαλε για πλάκα το ημι-industrial Outside και διάφοροι φυκοπώλες λούφαξαν…

Friday, June 2, 2006

Rock of Ages


Το 1997 στο χώρο των αμερικανικών κόμικς όλα τα ‘σκιαζε η φοβέρα και τα πλάκωνε η σκλαβιά της Image. Η εταιρεία που επιχείρησε να σπάσει το κατεστημένο των βιομηχανικών κολοσσών Marvel και DC δημιουργώντας τη Λίγκα των Ανεξάρτητων Τζέντλεμεν, μια συνομοσπονδία δημιουργών με κυρίαρχα δικαιώματα πάνω στους χαρακτήρες τους, μακριά από την εταιρική δουλεία των ανωτέρω, στηριζόταν κατά βάση σε πάρτα-στη-μούρη visuals, λίαν εντυπωσιακά αλλά χωρίς μεγάλη σχέση με plot και λοιπά κατάλοιπα του μεσαίωνα. Στους χαλεπούς καιρούς του τέλους του 20ού αιώνα τα μαστόδοντα της βιομηχανίας αντιλήφθηκαν με σήματα που πήραν από τους νευρώνες τους με καθυστέρηση περίπου τριών ετών ότι κάτι δεν πήγαινε καλά και όφειλαν να κουνήσουν την ουρά τους, την προβοσκίδα τους, αυτά με τα οποία τα προίκισε ο θεός τέλος πάντων, για αν ανακτήσουν τους αναγνώστες που διέρρεαν κατά χιλιάδες. Οι μεν Marvel προσέφυγαν σε crossover και ξεκίνησαν κάποια comics από την αρχή (spit and from the start: καθαγιασμένη από το χρόνο τακτική, σύμφωνα με την οποία όταν κάτι δεν πουλάει το ξαναρχίζεις από το #1, ενίοτε δε κι απ’ το #0), οι δε DC ανασκουμπώθηκαν και φώναξαν τον Grant Morrison, ιδιοφυή και ιδιόρρυθμο σκωτσέζο από τη Γλασκώβη με προϊστορία στα ανεξάρτητα, να τους γράψει τη JLA.

H JLA είναι οι Avengers της DC: οι ισχυρότεροι ήρωες του σύμπαντος μαζεμένοι all together με απώτερο σκοπό να κάνουν τους κακούς κρεμμυδόσουπα. Ο Morrison έγραψε 36 τεύχη (μαζί με κάτι σκάντζες): ήταν μακράν η πιο αλαζονική JLA που έχει διαβάσει άνθρωπος, είχε τον Batman όπως επιβάλλεται να γράφεται (λιγότερες κουβέντες κι από τον Γκριμώ, υπηρέτη του Άθου στους Τρεις Σωματοφύλακες και επινόηση του Αλέξανδρου Δουμά για να γράφει μια λέξη τη γραμμή και να πληρώνεται περισσότερα για τις επιφυλλίδες του) και χίλιους κι έναν διαφορετικούς τρόπους για να σου αποδείξει ότι ο Plastic Man είναι ο πιο αδικημένος χαρακτήρας από καταβολής κόμικς.

Το αριστούργημα του Morrison είναι το Rock of Ages, μια ιστορία μέσα σε μια ιστορία μέσα σε μια άλλη ιστορία που εκτυλίσσεται στα τεύχη 10-15. Μια τυπική υπόθεση συνασπισμού των αρχικακών για μια battle of wits το σαββατοκύριακο και τη Δευτέρα σπίτια μας, μετατρέπεται από τη μια στιγμή στην άλλη σε αναζήτηση της φιλοσοφικής λίθου και όπου μόνη νίκη είναι η ήττα, διαφορετικά η Γη υποτάσσεται στο μέλλον στις ορδές των εξωγήινων του αρχετυπικού τυράννου-cum-Θεού Darkseid. Μέσα σε μια μη γραμμική εξιστόρηση, όπου πολύ συχνά ο μη μυημένος αισθάνεται την έντονη ανάγκη να πετάξει το τεύχος στα σκουπίδια προτιμώντας να ανακαλύψει τις παραγνωρισμένες αρετές των έργων του Soren Kierkegaard, υπάρχουν κρυμμένα δύο κορυφαία πάνελ, στα οποία συμπυκνώνεται η τεχνοτροπία και η ευρηματικότητα του Morrison. Στο τεύχος 12, σελίδα 4, ο Green Lantern στο ρόλο του young fool, αναζητώντας επί αιώνες τη φιλοσοφική λίθο φτάνει σε έναν πλανήτη-νεκροταφείο όπου βρίσκει να κείτονται εκατοντάδες νεκροί ήρωες, πεσόντες στη διάρκεια της εκστρατείας – με άλλα λόγια το δάσος του Sir Percival στον κύκλο των Ιπποτών της Στρογγυλής Τραπέζης. Όλο το τεύχος 14 με τίτλο Twilight of the Gods, στο οποίο διεξάγεται μια επική μάχη κοσμικών διαστάσεων, είναι γραμμένο από την οπτική γωνία κάποιου που εμφανίζεται για πρώτη φορά στη σειρά, κάποιου που δεν αναγνωρίζουμε – έως ότου φτάσουμε στη σελίδα 16 και πει “I circle around”, σήμα κατατεθέν του Black Racer, ξεχασμένου χαρακτήρα της δεκαετίας του 1970 και προσωποποίησης του θανάτου-ψυχοπομπού. Κι αν μεγαλώσατε πλέον και δεν πιστεύετε στα φτερά νυχτερίδας, στην τηλεπάθεια, τους παλιούς θεούς και την εποχή της ομίχλης ή, έστω, πώς ένας τύπος με μπέρτα και σκι που εμφανίζεται μόνο σε μια μικρή σκηνή στην κάτω δεξιά γωνία μιας σελίδας μπορεί να μετατραπεί σε μια ελεγειακή παρουσία, κάντε μια προσωρινή εκεχειρία με τον εαυτό σας και δώστε στον ομώνυμο του Jim μια ευκαιρία...

“And where my shadow falls, all things end”.

Wednesday, May 24, 2006

Re: post

Προέκταση στον Sraosha
Το βασικό πρόβλημα της ελληνικής κοινωνίας όπως αναδεικνύεται την τελευταία δεκαετία είναι η δυσφορία, η δυσανεξία και η στρεβλή αντίληψη για τις έννοιες όχι μόνο της μειονότητας, αλλά και της μειοψηφίας. Η ένταξή τους στην επίσημη ιδεολογία, την οποία όλοι βιώνουμε και από την οποία είναι δύσκολο να αποστασιοποιηθούμε ώστε να σταθούμε απέναντί της με κριτική σκέψη, είναι προβληματική και η δυσπιστία απέναντί τους εκφράζεται πολλαπλά. Η μειοψηφία σε πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο οφείλει, σαν μικροαστή νοικοκυρά ταινιών της δεκαετίας του ’50, να «τηρεί τη θέση της», να «μην δίνει δικαιώματα». Κι αυτό δεν είναι καθόλου τυχαίο, γιατί σε επίπεδο νοοτροπιών και ιδεολογιών στην Ελλάδα αποδεχόμαστε πλήρως το common sense της Margaret Thatcher: υφίστανται πολύ συγκεκριμένα όρια, πολιτικά, κοινωνικά, ιδεολογικά, τα οποία συγκροτούν τον κανόνα, τη νόρμα, που στην περίπτωση αυτή νοείται ως δεσμευτική και αποκλειστική. Όσοι και όσα ξεφεύγουν κάποτε από αυτή καταλήγουν «κουλτουριάρηδες», «φωταδιστές», «ευρωλιγούρηδες», «τέρατα» και νουθετούνται για να μην καταλήξουν, οι μωροί, στις αγκάλες του «εχθρού», του οποίου ασφαλώς αποτελούν την πέμπτη φάλαγγα. Το ιδεολογικό μαντρί δεν είναι μεγάλο και ευρύχωρο. Αν δεν θύεις στο βωμό κοινών συλλογικών μανιών και δεν υπακούς στις διάχυτες πεποιθήσεις, αν ζητάς απτές αποδείξεις πριν κρίνεις, αν δεν πείθεσαι από τα υποτιθέμενα αυταπόδεικτα, θα πέσει πάνω σου η ρομφαία του Μάκη και η κατακραυγή των άλλων μεγάλων τριβούνων του λαού. Στο όνομα του οποίου, και των υπόλοιπων μεγάλων κοινών συνισταμένων (πατρίς, θρησκεία, οικογένεια), είθισται να μιλούν κατά κανόνα όσοι δεν αναπτύσσουν σπονδυλική στήλη για να μιλούν πρώτα και κύρια εξ ονόματος του εαυτού τους.

Sunday, May 7, 2006

Interview with the Franchise


Μερικά πράγματα δεν τα προκαλείς εσύ, απλώς πέφτουν πάνω σου. Ειδικά όταν τυχαίνει να είναι βιβλία, όντα φύσει προβληματικά στην οδήγηση. Οι κουβέντες του έπεσαν πάνω στο γραφείο μου με γδούπο κι άρχισαν να μου φορτώνονται για οπτικά γούτσου γούτσου και στενές επαφές τρίτης αφής. Ένας τρόπος υπάρχει για να απαλλαγείς από τα μικρά επικοινωνιακά ορκ της κολάσεως, ενδίδεις και πιάνεις το ξεφύλλισμα. Παίξαμε εδώ παίξαμε εκεί, παίξαμε στο Shelafield, στο Cape Town, στη Νέα Υόρκη, στην Addis Ababa, στις στέπες των λύκων της Κεντρικής Ασίας και στους βιότοπους του δαίμονα της Τασμανίας, έχω πάει στους Μαορί, έχω πάει στην Αφρική, ο Bush είναι εντάξει τύπος, σέβομαι τον Jesse Helms παρά τα δεξιά πιστεύω του γιατί είναι συνεπής κι έχει πάθος, κοιμήθηκα στο κρεβάτι του Brezhnev και η φίλη μου η Naomi Campbell και ο φίλος μου ο Bob Dylan και ο φίλος μου ο Gorby και μελετάω τις Γραφές κι έχω και την πίστη μου και μερικές εταιρείες να μου βρίσκονται κι είμαι κι ακτιβιστής κι είμαι και ροκ σταρ, αλλά κυκλοφορώ χωρίς σωματοφύλακες και τρώω πόρτα, κι αγωνίζομαι να ξαφρίσω φράγκα από τους μεγαλοσχήμονες να τα δώσω στην Αφρική που πεινάνε, κάνω realpolitik και συλλέγω και σπίτια κι έχω κι ένα συγκρότημα κι έχω κάνει και το Zoo TV κι έχω τραγουδήσει στο Superbowl κι έχω παίξει και κάτι λίγα στο Las Vegas κι έχω δει πολλές αληθινές στιγμές, είναι αλήθεια. Πώς σου φαίνεται αυτό; Να σου πω, Bono, σαν να έχεις γυρίσει ολόκληρο τον κόσμο σαν ταξιδιώτης και τελικά να μοιάζεις τουρίστας kibitzer;

Wednesday, April 26, 2006

Easter parade




Ενώ ο Σραόσα καταγίνεται (brooding) με τα θεολογικά της Μεγάλης Εβδομάδας...

O Rakasha τον θωρεί έκπληκτος...

Ο Billy (one year after) βρίσκεται σε αναζήτηση τροφής...

Ο Λευκός Τίγρης ετοιμάζει την εκδίκησή του...

...and the sun also rises (or sets or something).

Thursday, March 30, 2006

Vicious Cabaret


"Αμερικανική υπερπαραγωγή Ταλιμπάν
«V for Vendetta» και όλα τούμπα. Ταινία στα μέτρα υπερπαραγωγής, με σεναριογράφους τους αδελφούς Γουατσόφσκι της τριλογίας «Matrix» και σκηνοθέτη τον Τζέιμς Μακ Τιγκ, με Άγγλους Ταλιμπάν που επιχειρούν να κατεδαφίσουν τη Βουλή των Λόρδων προκειμένου να επαναφέρουν αληθινή δημοκρατία στη Βρετανία! Ο σκελετός της ιστορίας είναι μείγμα από «Φάντασμα της Όπερας» και κόμικς, όπου αυριανός Λονδρέζος Μπιν Λάντεν (Χιούγκο Γουίβινγκ), με μάσκα Κόμη Μοντεκρίστο να καλύπτει μονίμως το παραμορφωμένο - από το φασιστικό καθεστώς - πρόσωπό του, σχεδιάζει μαζική εξέγερση και εκθρόνιση του αυταρχικού κυβερνήτη (Τζον Χαρτ), παρέα με την πεντάμορφη Νάταλι Πόρτμαν! Έξυπνη σύλληψη, φλύαρη αφήγηση, μονότονη επανάληψη και σχηματική, στεγνή,πολιτική και αισθητική ανάπτυξη. Κρίμα η πρόθεση!"


Η τελευταία ταινία που ο Δημήτρης Δανίκας, παλιός οδηγός μου στις σκοτεινές αίθουσες, πρέπει να απόλαυσε ως ταινία και όχι ως θεωρία συνωμοσίας πρέπει να ήταν ο Αγγλος Ασθενής το 1993. Το πρόβλημα, για μένα, δεν είναι το γεγονός ότι ο Δανίκας επιμένει εδώ και 13 χρόνια περίπου να μας εξηγεί κάθε εβδομάδα ότι πίσω από το χολιγουντιανό ποπκόρν το μοχθηρό τέρας της αμερικανικής καπιταλιστικής ιδεολογίας σηκώνει το άσχημό του κεφάλι, που θα πάει, πες πες θα μας το γράψει με πυρωμένο σίδερο μέσα στο ακατοίκητό μας όπως σκάλισαν τον κρίνο στον ώμο της Μυλαίδης και θα τελειώσει το φροντιστήριο. Δεν έχω επίσης απαίτηση να γνωρίζει εκ των προτέρων ο κριτικός τον Alan Moore, έστω κι αν με ξενίζει το γεγονός ότι αγνοεί τον «λογοτεχνικότερο» (με τoν ποιητή Neil Gaiman από κοντά) των κόμικ συγγραφέων – όπως δεν είχα και την απαίτηση το 1999 να έχει διαβάσει το Lord of the Rings, γιατί θα μπορούσε άνετα να μου πει ότι είναι ηλίου φαεινότερον ότι η σύναξη των Ροχίριμ είναι η Γερουσία των Η.Π.Α. Δικαιούμαι νομίζω, όμως, να έχω την απαίτηση να διερευνά αυτό που πρόκειται να γράψει, ή να βάζει κάποιον noir του 19ου αιώνα να το τσεκάρει τέλος πάντων, ώστε να μην κάνει λόγο για τη «μάσκα Κόμη Μοντεκρίστο» και να εννοεί το «σιδηρούν προσωπείο». Θα μου πείτε, ωραία, μικρό το κακό, του Αλεξάνδρου Δουμά πατρός είναι και τα δύο. Μόνο που, κοίτα να δεις γκαντεμιά, ο Guy Fawkes στον οποίο παραπέμπει το V for Vendetta δεν είναι ούτε το ένα ούτε το άλλο, είναι ένας ζηλωτής καθολικός που το 1605 θα τίναζε στον αέρα τον Ιάκωβο Α΄ και το αγγλικό κοινοβούλιο, κάτι σαν Ιούδας των προτεσταντών, μια και στη Βρετανία ακόμα καίνε το ομοίωμά του και ρίχνουν τόνους πυροτεχνήματα κάθε 5 Νοεμβρίου. Τον V, πάει στο διάολο (εδώ γύρω, δηλαδή), μπορείς να τον δεις όπως θες, ως ταλιμπάν, ως Κάλιμπαν, ως Οσάμα, ως μουσαμά ή ως παστουρμά, είναι δικαίωμά σου κι έχει να κάνει με την οργιάζουσα ή μη φαντασία σου, αλλά στην εποχή που η Wikipedia απέχει ένα κλικ από εκεί που γράφεις η αμάθεια έχει πάψει να συγχωρείται…

Saturday, March 25, 2006

B & W


Γυρίζω με ταξί από τα γενέθλια ενός φίλου. Οι δρόμοι εννοείται πηγμένοι, παρά την έξοδο. Ίσως να φταίνε τα ανοικονόμητα SUV, πού να φαντάζονταν αυτά τα δυνάμει ερπυστριοφόρα όσοι χάραζαν τις λεωφόρους της Αθήνας στα 50s; Μαζί με τον Ξυλούρη από τα airwaves έρχεται μια αίσθηση μελαγχολίας. Η φωνή του Νίκου Ξυλούρη –μαζί με ένα «βιντεοκλίπ» του Διονύση Σαββόπουλου να περιφέρεται ξημερώματα στους δρόμους της Αθήνας επί δικτατορίας με ηχητική υπόκρουση την ματαιότητα του Δημοσθένους Λέξις– είναι για μένα η επιτομή της δεκαετίας του ’70. Με βάζουν σε ένα mood περίεργων πραγμάτων, καταστάσεων στα όρια του θρύλου, εποχών σύγκρουσης και συγκρότησης όλων εκείνων των δυνάμεων της ιστορίας που στην τριακονταετία που πέρασε επεξεργάστηκαν το σήμερα. Φωτογραφίες του Πολυτεχνείου, το τανκ που ρίχνει την πύλη, ένας δημοσιογράφος με κοκάλινα γυαλιά που κοιτάζει έναν νεκρό σε κρεβάτι νοσοκομείου. Κοινά για όλους, υποθέτω, οπτικοακουστικά ντοκουμέντα. Για μένα η δεκαετία του ’70 είναι βασικά άλλη μια ακολουθία από ασπρόμαυρες εικόνες. Η ατομική μνήμη έχει μπερδευτεί με τη συλλογική, με θραύσματα από γνώμες, περιγραφές και ακούσματα, στοιχειοθετείται πιο πολύ από πρωτοσέλιδα ή δελτία ειδήσεων που θυμάμαι ότι έχω δει. Τα ‘70s είναι ένας άλλος κόσμος. Είναι τα Big Beasts της Ιστορίας που έδιωξαν τα προσωπικά. Είναι then.

Στα ‘00s (now) o ζόρια τραβών οδηγός του μεσαίου κυβισμού Ι.Χ. ΚΛΕΙΝΕΙ ΔΥΟ ΦΟΡΕΣ ΣΤΗ ΜΕΣΗ ΤΗΣ ΛΕΩΦΟΡΟΥ τον ταξιτζή για να τον κάνει να ανοίξει το παράθυρο έτσι ώστε να μπορέσει να τον βρίσει επειδή κατά τη γνώμη του πηγαίνει σαν κότα στην αριστερή λωρίδα (όπου «κότα» είσαι όταν οδηγείς εντός του ορίου ταχύτητας των 90 χλμ. α/ω...)

Monday, March 20, 2006

One more cup of coffee for the road

Με τρώει το χέρι μου να γράψω για διάφορα τελευταία. Για τον Μιλόσεβιτς και πώς η κρίση νομιμοποίησης μετα τον θάνατο του Τίτο ανέδειξε στις ισχυρότερες οικονομικά δημοκρατίες της ομόσπονδης Γιουγκοσλαβίας πολιτικές ελίτ που αναδύθηκαν από την πρώην νομενκλατούρα με παρασημοφορημένο οπορτουνισμό και φυλαρχικές τάσεις, έτσι Φράνιο, Σλόμπονταν και λοιπές φιλικές παρέες; Για το πώς οι έλληνες πολιτικοί μου φαίνεται ότι γίνονται ενίοτε, είτε εκ προθέσεως είτε όχι, κακέκτυπα του είκοσι χρόνια πια μακαρίτη Ούλοφ Πάλμε, πηγαίνοντας στον κινηματογράφο και οριοθετώντας έναν ωραίο κενό χώρο απουσίας γύρω τους, υποδεικνύοντάς μας έμμεσα ότι προτιμούν να μην συγχρωτιστούν με τους πληβείους – η απόσταση καλλιεργείται έντεχνα όταν δεν υπάρχει ανάγκη to press the flesh, έτσι Κωνσταντίνε Μητσοτάκη; Για το πόσο, τέλος, πολλοί από μας έχουν καταναλώσει χαρωπά άφθονο οπτικό όσο και τζανκφουντικό ποπκόρν τα τελευταία χρόνια που δυσκολεύονται να χωνέψουν μια μη γραμμική αφήγηση όπως της Syriana – έτσι Ηλία Φραγκούλη; Αλλά καταλήγω τελικά, πιο πολύ ως συνειδητοποίηση παρά ως απολογία, να επανερμηνεύω το γνωστό motto του γνωστού Free: «πρώτα ζούμε και μετά γράφουμε» δεν σημαίνει «τα δοκιμάζουμε όλα πριν από σας για σας». Σημαίνει ότι είτε το θέλουμε είτε όχι, η ζωή παίρνει προτεραιότητα. Ότι δεν περιμένει, ότι δεν καταλαβαίνει από deadlines, προγράμματα και υποχρεώσεις, ότι κάποια στιγμή σε παίρνει και σε σηκώνει, in sickness and in health, in joy and sorrow, για να οξυγονοκολλήσω τα πλέον ξεκάρφωτα, τους γαμήλιους όρκους των αγγλοσαξόνων και το ψευδογκόθικ των ΗΙΜ. Με τρώει λοιπόν το χέρι μου να γράψω διάφορα. Αλλά πρώτα ζούμε και μετά γράφουμε...

Wednesday, March 1, 2006

Rakasha's Literary Supplement #2


Ο Χρήστος Χωμενίδης έγραψε καλό μυθιστόρημα. Ο Θεός να μας φυλάει.

Ίσως να φταίει που οι χαρακτήρες του δεν είναι πια μόνο φορείς ανομολόγητων πόθων, οι πιο ενδιαφέρουσες δραστηριότητές τους δεν είναι οι παρτούζες ως υποκατάστατα εξουσίας και οι ίδιοι δεν είναι αθεράπευτα αντιπαθείς. Υπάρχει ένα στοιχείο ωριμότητας που περιορίζει την παρωδία, αν και αυτή αφήνεται και πάλι λίγο ανεξέλεγκτη στο πανηγύρι των ζουρλών που ακολουθεί τη σύλληψη της «Εταιρείας», και ίσως να έχει να κάνει και με τα βιώματα του συγγραφέα, ο οποίος μόλις έγινε σαράντα, άρα έχει έντονες και μνήμες των καταστάσεων και της εποχής – και τις χρησιμοποιεί καλύτερα από τη θητεία του στο Ύψος των Περιστάσεων. Είναι μια δουλειά γύρω από την πρόσληψη και την εικόνα των πραγμάτων, μια ιστορία που δεν εκτυλίσσεται ούτε μπροστά σ’ εμάς ούτε καν μπροστά στους πρωταγωνιστές της, αλλά σε δύο καθρέφτες: εκείνον του παρελθόντος των χαρακτήρων και εκείνον της real 17 Νοέμβρη. Εκείνο που επιτυγχάνει όμως πλήρως είναι να μην αφήσει καμία από τις απόψεις, καμία από τις βεβαιότητες που έχουν κατά καιρούς προβληθεί από όλες τις πλευρές, και υποστηριχθεί από όλες τις υπόλοιπες, χωρίς να την υπονομεύσει – εκεί έγκειται και η ομορφιά του μυθιστορήματος: στην πολυπρισματικότητά του. Για μια φορά ο Χωμενίδης δείχνει sympathy for the devil. For all the devils.

Εκτός από έναν.

Πίσω από τη μυθοπλασία υπάρχει ένα υπόβαθρο. Και το υπόβαθρο αυτό, που στα προηγούμενα βιβλία του μπορούσε κανείς να θεωρήσει απλή αφορμή για να παρωδήσει, να χλευάσει, να κάνει χοντρή πλάκα, εδώ που ο τόνος είναι σοβαρότερος αναδεικνύεται σαφέστερα. Η απαισιόδοξη, θλιβερή του άποψη για την ελληνική κοινωνία αποτελεί εωτερίκευση του πλέον αναμασώμενου στερεότυπου του ελληνικού δημόσιου λόγου. Ο Χωμενίδης ενδίδει hook, line and sinker, και αποδίδει επί μια δεκαετία σπονδές, στο ιδεολόγημα του «βαλκανισμού», που δεν είναι παρά το flipside και η δικαίωση της «μοναδικότητας» από άλλο δρόμο: όπως η επίσημη Ελλάδα είναι η χώρα του φωτός, του πολιτισμού, της ορθοδοξίας, της δημοκρατίας, των αρχαίων προγόνων, του αδάμαστου φρονήματος, όπου όλοι έρχονται να ζήσουν το μύθο τους γιατί παντού υπάρχει ένας μύθος, η ανεπίσημη καφενόβια παραδεκτή και από τους επίσημους σε ανεπίσημες στιγμές Ελλάδα είναι ένας βαλκανικός αχταρμάς, χωρίς θεσμούς, χωρίς νόμους, χωρίς ηθική, χωρίς τάξεις, χωρίς κοινωνία, συνονθύλευμα και τόπος εφαρμογής της κατά Hobbes ζωώδους κατάστασης πολέμου όλων εναντίον όλων. Που είναι, με άλλα λόγια, όπως και η επίσημη Ελλάδα, μια εξαίρεση, που δεν μπορεί να κριθεί με τα συνήθη, κοινά, ευρωπαϊκά ή άλλα μέτρα και σταθμά, που χρειάζεται εφευρέσεις ολόκληρες νέων κλιμάκων για να διαπιστωθεί το μέγεθος της απόκλισής της από τα άλλα, τα για όλους τους υπόλοιπους μέτρια και καθημερινά.

Το ζήτημα είναι απύθμενο βέβαια και δεν σκοπεύω να το κουράσω άλλο εδώ, πέρα από μια μικρή μόνο νύξη. Σε κάποια φάση ένας από τους βασικούς του ήρωες νοσταλγεί την Αμερική «σαν να ήταν η Γη της Επαγγελίας» (σε αντίθεση με τον «πολτό», τη Βαλκάνια Ελλάδα always). Ποια Αμερική όμως; Την Αμερική του 19ου αιώνα, όπου οι ψήφοι εξαγοράζονταν εν μέση οδώ βάσει του συνθήματος “three acres and a cow”; Την Αμερική όπου ο στρατιωτικός νόμος της Reconstruction των Νοτίων πολιτειών μετά τον εμφύλιο εξασφάλιζε δύο νοθευμένες τετραετίες στον στρατηγό Γκραντ; Την Αμερική των προεδρικών εκλογών του 2000 στη Φλόριντα; Ή την Αμερική του Jack Abramoff όπου τα χρήματα «περνούν από τις σωστές παλάμες»; Γιατί αυτή η «γη» δεν είναι περισσότερο «πολτοειδής» από την εδώ; Γιατί, στερεοτυπικά πάντα, το γρασίδι του γείτονα είναι πιο γλυκό...

Wednesday, February 15, 2006

Small fable for our time

Ας υποθέσουμε ότι περιπλανιέστε σ’ ένα μικρό δάσος της αφήγησης. Ας πούμε ότι σας την πέφτει εκεί ένας περιπλανώμενος ρήτορας που βγάζει κυρήγματα περί παρακμής, ευπώλητο είδος που υπηρετεί σεμνά και ταπεινά η μισή Ευρώπη, από τον Μισέλ Ουελμπέκ ως τη Λιάνα Κανέλλη. Ας πούμε ότι το συγκεκριμένο θέμα με το οποίο η επίμονη αυτή Σφίγγα επιλέγει να σας δοκιμάσει –γιατί περί δοκιμασίας πρόκειται, είτε θα επιχειρήσει να σας κάνει να βαρεθείτε μέχρι θανάτου είτε να σας πειράσει να αυτοκτονήσετε ως τελευταία διέξοδο από την απόλυτη βαριεστημάρα– είναι το ζήτημα του «αφελληνισμού», ορατού κινδύνου που βροντά την πόρτα της ελληνικής κοινωνίας από τότε που επικράτησαν οι αγγλοσαξονικές επιγραφές στα εμπορικά καταστήματα. Ας υποθέσουμε ότι χρησιμοποιεί όλο το βαρύ πυροβολικό των καθιερωμένων στερεοτύπων: το έθνος ανάδελφον, τη νόθευση της γλώσσας, το ένα εκατομμύριο των Αλβανών, τα δύο εκατομμύρια των μεταναστών, το πρόβλημα της υπογεννητικότητας, το ανάλγητο χωνευτήρι της παγκοσμιοποίησης, τη συνωμοσία των μεγάλων δυνάμεων, ακόμα και την τυραννία που ασκούν οι Βρυξέλλες στο αγέρωχο σχήμα της ελληνικής ντομάτας. Ας υποθέσουμε ότι είστε αρκετά μαζοχιστές ώστε να διασκεδάζετε και να θέλετε να παρατείνετε το συναπάντημα αυτό. Μπορείτε να του αντιπαραθέσετε το ερώτημα τι απέγιναν οι Σλάβοι που εγκαταστάθηκαν στον ελλαδικό χώρο τον 7ο μ.Χ. αιώνα. Μπορείτε να τον ρωτήσετε αν γνωρίζει τους Αρβανίτες. Μπορείτε ακόμα να του υπενθυμίσετε την περίφημη αφομοιωτική ικανότητα του ελληνικού πολιτισμού και να τον ρωτήσετε πολύ ευγενικά αν απέκτησε αίφνης ημερομηνία λήξεως και πότε. Μπορείτε και να αναφέρετε το μακραίωνο εκείνο διάλειμμα της Οθωμανικής κατοχής και να του ζητήσετε, πάντα ευγενικά, να σας εξηγήσει πώς ακριβώς θα συντελεστεί η επαπειλούμενη διάβρωση τώρα που έχουμε κι ένα κεραμίδι πολιτικής οντότητας πάνω από το κεφάλι μας και δεν επήλθε το μοιραίο τότε που όλα τα έσκιαζε η φοβέρα και τα πλάκωνε η σκλαβιά. Αν, τέλος, ως μόνη απάντηση σε όλα αυτά τα ευγενή αντιρρητικά λάβετε το εξαιρετικά εκλεπτυσμένο επιχείρημα «μα τότε ήταν αλλιώς», μπορείτε να χαμογελάσετε και να απομακρυνθείτε, αφήνοντας το ρητορεύον μηρυκαστικό να αναζητεί μηχανικά το επόμενο θύμα.

Monday, February 6, 2006

The Dude abides...


Σε ένα φιλμ που διακρίνεται για το πλήθος των επιεικώς αλλοπαρμένων χαρακτήρων του, όπως είναι το The Big Lebowski, αναμφισβήτητα η κορυφή πιστώνεται στον John Turturro ως διεστραμμένο Λατίνο bowler Jesus Quintana, ο οποίος κάνει μια εντυπωσιακή είσοδο ανεβάζοντας όλο νάζι την καλτσοδέτα του, πετυχαίνει με ακκισμούς και γλωσσικές ενθαρρύνσεις στη μπάλα ένα άψογο strike και ολοκληρώνει πανηγυρίζοντας με θεϊκά τσαλίμια, υπό τους ήχους του Hotel California σε εκτέλεση Gypsy Kings...

Wednesday, January 25, 2006

The Past is a foreign country

Έχουμε πολλές φορές την αίσθηση ότι το παρελθόν είναι ακριβώς όπως το σήμερα, μόνο πιο παλιό. Θεωρούμε ότι ο 15ος αιώνας, για παράδειγμα, είναι η περασμένη Τρίτη, απλώς εκεί δεν έχει ακόμη κινητά και στρινγκ. Στην πραγματικότητα το παρελθόν είναι κάτι ολότελα ανοίκειο, ένας τόπος για τον οποίο θα χρειαζόσουν εμβολιασμό με γερά πολιτισμικά αντισώματα και στον οποίο αν βρισκόσουν ξαφνικά το πιο πιθανό είναι ότι θα διέπραττες εν αγνοία σου μνημειώδεις βλακείες για τις οποίες σύντομα θα βρισκόσουν σε κάποιο κελλί της Ιεράς Εξέτασης, στο πλοίο των Τρελών ή στο άσυλο φρενοβλαβών Bedlam, ανάλογα με το μέρος και την εποχή. Όλα αυτά τα φιλοσοφικά δεν προέκυψαν από καμία ξαφνική διάθεση ενατένισης, όλα είναι ατμός, Θρασύβουλας, αλλά από μια σύντομη κουβέντα με μια Απειραθίτισσα φίλη για τη διάλεκτο του τόπου της, προϊόν ανακατωσούρας γαλλικών, ιταλικών και του κρητικού ιδιώματος. Στην πορεία της οποίας κουβέντας και διαπίστωσα ότι ο Αμορούζο(ς) εκτός από μεγάλος παίκτης της Glasgow Rangers είναι και ο αγαπητικός, ότι εκτός από την Ωραία Ρεμέδιος του Μαρκές το ρεμέδιο δηλώνει και το φάρμακο, ενώ ο όρος μόμπιλο δεν παραπέμπει στο καινούργιο σου Nokia αλλά στα έπιπλα (και κατ’ επέκταση στον ευήθη άνθρωπο). Η ποικιλία των διαλέκτων, ηθών και εθίμων του ευρωπαϊκού μεσαίωνα, βέβαια, ισοπεδώθηκε σταδιακά με την επιβολή των ελίτ, την κατά Νόρμπερτ Έλιας «εξέλιξη του πολιτισμού», τη Μεταρρύθμιση και την εκβιομηχάνιση. Αλλά δεν παύει να εντυπωσιάζει να ανακαλύπτεις έστω και σήμερα ότι Κομμούνα Παναγιά δεν είναι η Παναγία η Κομμουνίστρια αλλά ο ναός του χωριού...

Sunday, January 22, 2006

Live by Lifestyle...

Μεσημβρινή εκπομπή στον Alpha. Αγνώστου (σε εμένα τουλάχιστον) ταυτότητας δημοσιογράφος με φάτσα τάπιρου βάζει τον Γιώργο Οικονομέα κάτω από τη λάμπα του ανακριτή. Cut σε φωτογραφία αρχών δεκαετίας του ’80 με άνδρα με κόμμωση δεκαετίας ’70 (μαλλιά Σαμψών και θύσανοι από γένια) να συνομιλεί με την «Ελένη από το Κωσταλέξι». (Παύση κλασμάτων του δευτερολέπτου αφήνει να εννοηθεί ότι, ναι, είναι ο προσαχθείς.) «Εσύ φαίνεσαι χειρότερα», σχολιάζει ο τάπιρος για να εισπράξει το ευγενές ημιχάχανο του Οικονομέα ως αποδοχή για το επιτυχημένο σχόλιο. Το παρελθόν στο ρεπορτάζ εξαργυρώνεται άνετα σε lifestyle ατάκα με την ίδια elegance που το κολόμβιο της ασπρόμαυρης ανταλλάσσεται με το σακάκι και τις καταγγελτικές εν είδει banshee κορώνες της plasma. Αν ήθελαν να αναφερθούν στην ενδυματολογική ένδεια του προσκεκλημένου θα τη συνέκριναν, υποθέτω, με αυτή των τροφίμων του Άουσβιτς...

Wednesday, January 4, 2006

Writer's blog

Έχω πάθει writer's blog. Τα' χω βαρεθεί όλα. Τους κολασμένους με τις σχοινοτενείς μουρμούρες τους περί κολασοπαράδοσης και κολασονεοτερικότητας, τους συνδιαόλους με τα κολασσιαία εγώ που δεν φείδονται καθημερινά μετρήσεων ποιος την έχει μεγαλύτερη (την πηρούνα...), τον Αρχιδιάολο με τις αρχιδιαλέξεις του και ούτω καθεξής ως τον τελευταίο βοηθό σφουγγοκωλαρίου. Μέσα σε όλα αυτά, λοιπόν, αν έχω χάσει το μέγιστο development στον ελληνικό blogοχώρο –την εμφάνιση του καθ’ ημάς Drudge Report– παρακαλείσθε να με ενημερώσετε γιατί δεν πολυβολτάρω τελευταίως και παρεξηγώ το καημένο το LiFo που αφού αποδίδει στους ιθαγενείς bloggers απύθμενα «δημοσιογραφικά απωθημένα» και τους λοιδωρεί κανονικότατα, μας πληροφορεί περιχαρές ότι οι αραία αραία καμία δεκαρέα που ξεχωρίζουν με την πρώτη ματιά θα περάσουν εντός ολίγου από τις σελίδες του. Προσωπικά, βέβαια, έχω την εντύπωση ότι η μισή Ελλάδα έχει αποκτήσει freepressικά απωθημένα που ξεφυτρώνουν μανιταροειδώς, ελπίζω τουλάχιστον να πληρώνονται και κανονικά και όχι με free money. Από την άλλη, καθ’ότι δεν έχω γνωρίσει ακόμα τον έλληνα blogger που θα εξαναγκάσει τον Χατζηνικολάου σε παραίτηση, όπως τον Dan Rather εν Αμερική, θα μου επιτρέψετε να επισημάνω ότι από τα προσωπικά ημερολόγια, εκφράσεις γνώμης ή εκθέσεις ως τη δημοσιογραφία των καθαρά ειδησεογραφικών blog της αλλοδαπής υπάρχει μεγάλη απόσταση, την οποία δεν ξέρω αν κάποιος έχει διάθεση (και μάλιστα αν αξίζει και τον κόπο) να τη διανύσει. Εξαρχής πίστευα ότι τύπος, ηλεκτρονικά μέσα και blog εξυπηρετούν διαφορετικές ανάγκες και ανησυχίες και ότι όλοι κάνουμε αυτό που μας ευχαριστεί χωρίς να καταφεύγουμε σε αστεριξικά συνθήματα του τύπου «Εδώ τα καλά, τα καλά, ΤΑ ΚΑΛΑ αγριογούρουνα». Λέω, λοιπόν, προσεχώς να εισηγηθώ στον Sraosha να εκδώσουμε ένα free blog στο οποίο θα εμφανίζονται εν είδει επιhtmliίδας τα καλύτερα press για να "φαντασιώνονται" και να "τσιμπολογάνε κοινό ανάμεσα στους άσχετους"...