Tuesday, October 25, 2011

Επιλογή εννοιών από τη γλώσσα της ζούγκλας

Η «βία» επικροτείται στο πλαίσιο της ανάγκης διατήρησης του νόμου και της τάξης – αλλά και αποκτά ελαφρυντικά στο πλαίσιο της αντίστασης κατά του εχθρού. Η «προδοσία» διαφόρων προεξοφλείται – είναι ορκισμένοι στους εχθρούς, άρα αίρεται η απαγόρευση της βίας εναντίον τους. Ο «εχθρός» είναι πανταχού παρών, προδότης – και δεν πειράζει αν του ασκηθεί και βία. Ο «δωσιλογισμός» είναι γεγονός από τις περιστάσεις τις ίδιες – και το ερώτημα είναι αν η βία κατά των προδοτών που ενέδωσαν στον εχθρό θα λάβει νομικό χαρακτήρα ή θα επικρατήσουν ανεπίσημες μορφές της. Ο «σεξουαλικός προσανατολισμός» του εχθρού αμφισβητείται – και ποιος είπε ότι στο σεξ δεν εμπεριέχεται βία;

Γράφοντας για το εννοιολογικό πλαίσιο του δημόσιου λόγου στο οποίο εκτυλίχθηκε η épuration των γάλλων διανοουμένων μετά το τέλος της γερμανικής Κατοχής, ο Tony Judt στις σελίδες 49-54 από το Past Imperfect: French Intellectuals, 1944-1956 θυμίζει κάτι που προοδευτικά, ενδεχομένως αδιόρατα συντελείται γύρω μας, μεταμορφώνοντας ανθρώπους και απόψεις όσο η κατάρρευση των οικονομικών βεβαιοτήτων συμπαρασύρει ολόκληρο το πολιτισμικό συνεχές. Όσοι επιχειρούν να διατηρήσουν την όποια ψυχραιμία τους έχει απομείνει ενώ everything that was solid melts into air, και με τεκμήριο αυτή να συνεχίσουν να παρατηρούν τα πράγματα, να αναγνωρίσουν το δίκαιο της οργής αλλά και τους κινδύνους της, να κατανοήσουν το αναπόφευκτο της εκτόνωσης αλλά και την πιθανότητα εκτροπής της, να επισημάνουν τη δυναμική του πλήθους στο δρόμο αλλά και να διερωτηθούν για το εφικτό της μετεξέλιξής της σε ουσιαστική πολιτική παρέμβαση, να απαριθμήσουν τις παθογένειες του πολιτεύματος αλλά και να σταθμίσουν τις κατακτήσεις του σε σχέση με το αυταρχικό παρελθόν, να αποτιμήσουν τη δυσχέρεια διαχείρισης των πολλαπλών πτυχών της κατάστασης αλλά και την απύθμενη αναπηρία ιδεών των διαχειριστών της, να απελπιστούν με το μέγεθος της τυφλότητας των ευρωπαίων ηγετών αλλά και να αναρωτηθούν για το τι κείται εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν μπορούν παρά να αισθάνονται ότι τους περιμένει το περιθώριο του τετραδίου. Δεν είναι απλώς η επικράτηση της φωνασκίας: η ελληνική κοινωνία, όπως και οι κατά Ervin Goffman λοιπές θεατρικές κουλτούρες της Μεσογείου, ελκόταν και έλκεται από το μπαλκόνι, την τηλεοπτική κορώνα, τη στεντόρεια φωνή της ντουντούκας – και είμαστε συνηθισμένοι στο εμπνευσμένο μπινελίκι που περνούσε για επιχείρημα στα σχόλια από καταβολής διαδικτύου. Οι τωρινές κραυγές είναι ποιοτικά διαφορετικές και, όπως στην περίπτωση της μεταπολεμικής Γαλλίας, χρησιμοποιούν συγκεκριμένο εύρος «τρόπων» για την άρθρωσή τους: η αποδοχή της βίας ως θεμιτού μέσου επίλυσης διαφορών, η αναγόρευση του ιδεολογικού αντιπάλου στο επίπεδο του εχθρού και οι κατηγορίες για προδοσία είναι ήδη εδώ, η σεξουαλική καταγγελία των δωσιλόγων ίσως να έπεται.

Δεν μιλάμε εδώ για ιδεολογικά χάσματα, για τη ριζοσπαστικοποίηση τάσεων, για τη δικαίωση πολιτικών θέσεων και την απόρριψη άλλων. Ο δημόσιος λόγος στην Ελλάδα, είτε πρόκειται για τα μέσα μαζικής ενημέρωσης είτε πρόκειται για τη μπλογκόσφαιρα, ανεξαρτήτως διαχωριστικών γραμμών, εμφανίζει σημεία αποδοχής της μισαλλοδοξίας ως κανονιστικής αρχής και απαξίωσης της ετεροδοξίας, όχι πλέον με όρους απλής ασυμφωνίας, αλλά με όρους κατηγορικής προσταγής και δαιμονοποίησής της. Η γλώσσα της ζούγκλας, όταν επικρατήσει, δεν κάνει πια διάκριση ειδών – ο 20ός αιώνας είναι αψευδής μάρτυρας γι’ αυτό. Στο παρασκήνιο οικονομικών επιβολών, πολιτικών επιλογών ερήμην μας, κινδύνων κρατικής κατάρρευσης και κοινωνικού εκτροχιασμού, καταστολής, δακρυγόνων και μολότοφ γωνία, συγκροτούνται στρατόπεδα σκέψης. Και η περιχαράκωση των λέξεων εντός τους αφήνει για την κριτική στάση έναντί τους ένα no mans land, στο οποίο όσοι τολμήσουν να περιπλανηθούν θα μπορούν να πυροβολούνται ελεύθερα. Γιατί μην περιμένετε πια διακανονισμούς και διαιτητές. Στην εποχή της πόλωσης, ο δημόσιος λόγος αστυνομεύεται από έννοιες.