Friday, March 30, 2012

The Rise and Fall of Max Hea(r)droom


Από τη μέρα που έσυρε το χορό της mea culpaσης ο Πέτρος Κωστόπουλος οι απολογισμοί, οι απολογίες, οι αποδόσεις ευθυνών για τη δύση της περιοδικής αυτοκρατορίας είναι τόσο της μόδας ώστε θα ήταν καλή ιδέα πιστεύω ένα θεματικό τεύχος με παρόμοιο περιεχόμενο – είτε αποχαιρετιστήριο της παλιάς είτε εναρκτήριο νέας δραστηριότητας σε μια ενδεχόμενη Δευτέρα Παρουσία του. Μια έστω και επιλεκτική ανατύπωση όσων έχουν ήδη γραφεί θα πρόσφερε διάφορα ψήγματα πληροφοριών ικανών να συγκροτήσουν mirabilia ισάξια των μεσαιωνικών.
Το κομβικό σημείο στο μακροσκελές άρθρο του Άρη Τερζόπουλου, ας πούμε, δεν είναι οι αναμνήσεις από τη συνεργασία του με τον Κωστόπουλο ή η ερμηνεία του για τα αίτια της ύφεσης στο χώρο του τύπου, είναι η παραδοχή του τρόπου με τον προέκυψε το ΚΛΙΚ και των μεθόδων λήψεις αποφάσεων ενός σημαντικού εκδότη: «Κάπως έτσι έπαιρνα τις αποφάσεις μου στα περιοδικά. Ούτε μπίζνες πλαν, ούτε μελέτες αγοράς, ούτε τίποτα. Το μόνο που μου έλεγε κάτι ήταν πάντα οι ιδέες». Χωρίς τα ελάχιστα δυνατά προαπαιτούμενα της επιχειρηματικής δραστηριότητας, χωρίς βασικά εταιρικά εργαλεία, χωρίς γνώση της αγοράς, χωρίς εκτίμηση της πιθανής απήχησης, χωρίς μελλοντική προοπτική, χωρίς σχέδιο, χωρίς επεξεργασία, με βάση μόνο το προσωπικό αισθητήριο ή το καπρίτσιο, είναι αμφίβολο αν στην πορεία του χρόνου και οι καλύτερες ιδέες μπορούν να καρποφορήσουν ως οτιδήποτε άλλο παρά εκλάμψεις της στιγμής (βλ. «φούμαρα»).
Αν υποθέσουμε ότι αντικατοπτρίζει την αλήθεια, και όχι εκ των υστέρων απόπειρα περαιτέρω μυθοποίησης της ήδη θρυλικής περίστασης της γέννησης του εν Ελλάδι lifestyle, το συγκεκριμένο χωρίο του Άρη Τερζόπουλου συνιστά απλώς ομολογία ερασιτεχνισμού. Και μπορεί για κάποιους μια τέτοια νοοτροπία να θεωρείται αποκορύφωμα αυθορμητισμού, παράσημο μιας ηρωϊκής εποχής της δημοσιογραφίας (αν και οι προαναφερθέντες όροι επαγγελματισμού εξακολουθούν να αποτελούν σε μεγάλο βαθμό και σήμερα terra incognita για τα περισσότερα συγκροτήματα του εν λόγω χώρου), υποδεικνύει όμως επίσης ότι η συγκρότηση του κατηραμένου πλέον lifestyle ως συνάντηση δημιουργών και κοινού ήταν περισσότερο συγκυριακή παρά νομοτελειακή εξέλιξη. Τεκμηριώνει, από την άλλη πλευρά, την υποψία ότι το εξώφυλλο του πρώτου ΚΛΙΚ δεν εξακολουθεί συμπτωματικά να αποκαλεί τον Max Headroom «Max Heardroom» μετά 25 έτη: αν σε «πέντε λεπτά» αποφασίζεις αντί περιοδικού πολύ μικρού σχήματος να βγάλεις κάτι «σαν το Acuel με ωραίες μεγάλες φωτογραφίες και άλλα θέματα», αν «στα περιοδικά» η απουσία συγκροτημένου σχεδιασμού παρουσιάζεται ως θεμιτή μεθοδολογία, αν ο πυρήνας της σύλληψής τους είναι αποκλειστικά αφηρημένες «ιδέες», τότε η ανακρίβεια ξεφεύγει από τα όρια της αβλεψίας, γίνεται δομικό στοιχείο της ύπαρξής τους. Και ως εκ τούτου μάλλον δεν έχει νόημα τελικά να μιλάμε για (τυχαίες) «ανόδους» και (αναπόδραστες) «πτώσεις».

Friday, March 2, 2012

A Sense of an Ending

Είναι κάποιοι άνθρωποι που τους παρακολουθείς από τις λέξεις τους. Έχεις χάσει στην πορεία της ζωής την επαφή και δεν πιστεύεις στον ιδρυτικό μύθο του Facebook ότι υπάρχει δεύτερη ευκαιρία διαδικτυακής ανάσυρσης μιας προηγούμενης ανθρώπινης γνωριμίας. Δεν παύεις όμως να παρατηρείς κατά καιρούς τα έντυπα ίχνη τους, προνόμιο όσων βρήκαν κατά κάποιο τρόπο τον δρόμο προς την κοινή παρελθοντική επιστήμη. Οι απουσίες από το χαρτί δεν ξενίζουν – είναι ίδιον της συγγραφής να αναδιπλώνεσαι, να επεξεργάζεσαι, να συνθέτεις και κατόπιν να επανέρχεσαι με τις υποθέσεις εργασίας, τα πορίσματα, τα συμπεράσματά σου. Υπάρχει μια κρίσιμη ηλικία όπου το publish or perish ίσως και να μην διατηρεί την ακατάλυτη ισχύ του, μια και πέφτεις στο ιδιότυπο δόκανο της επαγγελματικής και της οικογενειακής αποκατάστασης. Είναι παράξενο λοιπόν να σου αναγγέλουν σε ανύποπτο χρονικό διάστημα οι λέξεις άλλων ότι η συγκεκριμένη απουσία είναι οριστική, τελική, απόλυτη. Είναι παράξενο να διατρέχεις το χαρτί μιας ανύποπτης έκδοσης σε ανύποπτο χρόνο για να αντιληφθείς ό,τι μπορείς από την απόλυτη λιτότητα της πληροφορίας. Είναι παράξενο να μαθαίνεις ότι κάποιος δεν υπάρχει πια από μια αφιέρωση σε βιβλίο.