Γράφει ο RoderickBeaton σε ένα χωρίο της (εξαιρετικής) βιογραφίαςτου Γιώργου Σεφέρη: [η Άρνηση] «σήμερα
θεωρείται πια κάτι σαν ανεπίσημος εθνικός ύμνος των Ελλήνων σε όλο τον κόσμο».
Τύφλα να ‘χει ο Χατζηγιάννης, δηλαδή.
Η παραγωγή στελεχών της πολιτικής σκηνής, ανεξάρτητα από το χώρο ταύτισής
τους, έχει περάσει από τις ίδιες (προβληματικές, σύμφωνα με αγαστή ομοφωνία
απόψεων) δομές: κομματική οργάνωση, τοπική αυτοδιοίκηση, φοιτητικό κίνημα και /
ή ακαδημαϊκό περιβάλλον, συνδικαλιστικό φορέα. Με ελάχιστες εξαιρέσεις, τα
προϊόντα της πολιτικής σχολής της Μεταπολίτευσης προέρχονται από το ίδιο
καλούπι. Σε ορισμένες περιπτώσεις οι ιδεολογικές διαφορές επικάθονται ως
επίστρωση. Σε πολλές άλλες λειτουργούν θεμελιωδώς όχι ως άξονας στέρεης προγραμματικής συγκρότησης αλλά ως
τροχοπέδη σκέψης που εμποδίζει τον δημιουργικό πειραματισμό με πραγματιστικές
λύσεις: ο συνδυασμός μιας ηγετικής ομάδας παραγωγής ιδεών και της πρακτικής
εφαρμογής τους με τη μέθοδο δοκιμής και πλάνης του Braintrust του Rooseveltαπό το οποίο προέκυψε το NewDealδεν θα ήταν επουδενί δυνατός στα καθ’ ημάς. Η ελληνική πολιτική βέβαια
ενσωματώνει θαυμαστά τους πάντες – αριστεύει στο να συγκολλά σε παρατάξεις
πρόσωπα, φορείς, συνιστώσες, χωρίς να δίνει τα περιθώρια γενεσιουργών ρήξεων.
Κατά συνέπεια, δεν αναπτύσσει και δεν διαθέτει αυτή τη στιγμή outsidersπρος
ανανέωση (η «αντισυστημικότητα» του ΣΥΡΙΖΑ, προσόν της τρέχουσας εναλλακτικής λύσης, αποτελεί σύμφωνα προς τα παραπάνω το
ένδυμα που ο κινηματισμός επέτρεψε στον ΣΥΝ να προβάλει ως ριζοσπαστικό
μετασχηματισμό).